Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προσθαφαιρέω
πρόσθε
προσθεάομαι
πρόσθεμα
προσθεμέλιον
πρόσθεν
προσθερμαίνω
πρόσθεσις
προσθετέον
προσθετέω
προσθέτης
προσθέτησις
προσθετικός
πρόσθετος
προσθέω
προσθεωρέω
προσθεωρητέον
πρόσθη
προσθήκη
πρόσθημα
προσθιάξειν
View word page
προσθέτης
προς-θέτης
,
ου
,
ὁ
, of a star,
A).
accelerating,
Cat.Cod.Astr.
7.119
.
ShortDef
accelerating
Debugging
Headword:
προσθέτης
Headword (normalized):
προσθέτης
Headword (normalized/stripped):
προσθετης
IDX:
89403
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89404
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προς-θέτης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, of a star, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">accelerating,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Cat.Cod.Astr.</span> 7.119 </span>.</div> </div><br><br>'}