Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσεπιφέρω
προσεπιφημίζω
προσεπιφθέγγομαι
προσεπιφθονέω
προσεπιφοιτάω
προσεπιφωνέω
προσεπιφωτίζω
προσεπιχαράσσω
προσεπιχαρίζομαι
προσεπιχέω
προσεπιχώννυμι
προσεπιψεύδομαι
προσεπιψηφίζομαι
προσεπόμνυμι
προσεποφλισκάνω
προσερανίζω
προσεργάζομαι
πρόσεργον
προσέρδω
προσερεθίζω
προσερείδω
View word page
προσεπιχώννυμι
προσεπι-χώννῡμι,
A). heap on, pile on, Plu. 2.1058a .


ShortDef

heap on, pile on

Debugging

Headword:
προσεπιχώννυμι
Headword (normalized):
προσεπιχώννυμι
Headword (normalized/stripped):
προσεπιχωννυμι
IDX:
89284
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89285
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσεπι-χώννῡμι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">heap on, pile on</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.1058a </span>.</div> </div><br><br>'}