Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσεπιμελέομαι
προσεπιμερίζω
προσεπιμετρέω
προσεπιμηχανάομαι
προσεπιμιμνήσκομαι
προσεπινέμω
προσεπινεύω
προσεπινοέω
προσεπινύσσω
προσεπιορκέω
προσεπιπαρακαλέω
προσεπιπάσσω
προσεπιπέμπω
προσεπιπηδάω
προσεπιπλάσσω
προσεπιπλέκω
προσεπιπλέω
προσεπιπληρόω
προσεπιπλήσσω
προσεπιπονέω
προσεπιρραίνω
View word page
προσεπιπαρακαλέω
προσεπι-παρακᾰλέω,
A). call in besides, BGU 248.4 ( Pass.), 249.18 (ii A.D.).


ShortDef

call in besides

Debugging

Headword:
προσεπιπαρακαλέω
Headword (normalized):
προσεπιπαρακαλέω
Headword (normalized/stripped):
προσεπιπαρακαλεω
IDX:
89219
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89220
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσεπι-παρακᾰλέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">call in besides</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BGU</span> 248.4 </span> ( Pass.), <span class="bibl"> 249.18 </span> (ii A.D.).</div> </div><br><br>'}