Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσεπιδράσσομαι
προσεπιζευγνύω
προσεπιζητέω
προσεπιθεάομαι
προσεπιθεσπίζω
προσεπιθετέον
προσεπιθεωρίω
προσεπιθλιπτέον
προσεπικαλέω
προσεπικατάγω
προσεπικαταδέω
προσεπικαταστρέφω
προσεπικατατείνω
προσεπικαταψεύδομαι
προσεπίκειμαι
προσεπικερτομέω
προσεπικηρύσσω
προσεπικοσμέω
προσεπικρίνω
προσεπικρούω
προσεπικτάομαι
View word page
προσεπικαταδέω
προσεπι-καταδέω,
A). tie on or over besides, Hp. Art. 14 .


ShortDef

tie on

Debugging

Headword:
προσεπικαταδέω
Headword (normalized):
προσεπικαταδέω
Headword (normalized/stripped):
προσεπικαταδεω
IDX:
89189
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-89190
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσεπι-καταδέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">tie on</span> or <span class="tr" style="font-weight: bold;">over besides</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg010.perseus-grc1:14" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0627.tlg010.perseus-grc1:14/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Art.</span> 14 </a>.</div> </div><br><br>'}