Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πρόσδιφος
προσδοκάω
προσδοκέω
προσδόκημα
προσδοκητέον
προσδοκητός
προσδοκία
προσδόκιμος
προσδοξάζω
προσδόρπιος
προσδόσιμον
πρόσδοσις
προσδουλεύω
προσδοχή
προσδρομή
προσδύνω
προσδυσκολαίνω
προσδυσχεραίνω
προσδωρέομαι
προσεάω
προσεβάζομαι
View word page
προσδόσιμον
προς-δόσιμον
,
τό
,
A).
supplementary order
,
BGU
563 i 9
(ii A.D.).
ShortDef
supplementary order
Debugging
Headword:
προσδόσιμον
Headword (normalized):
προσδόσιμον
Headword (normalized/stripped):
προσδοσιμον
IDX:
88919
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88920
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προς-δόσιμον</span>, <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">supplementary order</span>, <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">BGU</span> 563 i 9 </span> (ii A.D.).</div> </div><br><br>'}