Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσανευρίσκω
προσανευρύνω
προσανέχω
προσανής
προσανθέω
προσανίημι
προσανιμάω
προσανίσταμαι
προσανοιδέω
προσανοιδίσκω
προσανοικοδομέομαι
προσανοιμώζω
πρόσαντα
προσανταποδίδωμι
προσαντάω
προσαντέλλω
προσαντεπιτάσσω
προσαντέχω
προσάντης
προσαντιβάλλω
προσαντιβολέω
View word page
προσανοικοδομέομαι
προσαν-οικοδομέομαι, Pass.,
A). to be added for edification, LXX Si. 3.14 .


ShortDef

to be added for edification

Debugging

Headword:
προσανοικοδομέομαι
Headword (normalized):
προσανοικοδομέομαι
Headword (normalized/stripped):
προσανοικοδομεομαι
IDX:
88622
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88623
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσαν-οικοδομέομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be added for edification</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg034:3:14" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0527.tlg034:3.14/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">LXX</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Si.</span> 3.14 </a>.</div> </div><br><br>'}