Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσανακόπτω
προσανακουφίζω
προσανακρίνω
προσανακτάομαι
προσανακύπτω
προσαναλαμβάνω
προσαναλέγω
προσαναλικμάω
προσαναλίσκω
προσανάλλομαι
προσαναλογίζομαι
προσαναλύω
προσαναμείγνυμι
προσαναμένω
προσαναμετρέω
προσαναμιμνήσκω
προσανανεόομαι
προσαναξαίνω
προσαναξηραίνω
προσαναξύω
προσαναπαύω
View word page
προσαναλογίζομαι
προσανα-λογίζομαι,
A). consider besides, Plu. 2.115a .


ShortDef

consider besides

Debugging

Headword:
προσαναλογίζομαι
Headword (normalized):
προσαναλογίζομαι
Headword (normalized/stripped):
προσαναλογιζομαι
IDX:
88559
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88560
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσανα-λογίζομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">consider besides</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.115a </span>.</div> </div><br><br>'}