Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσαναγράφω
προσανάγω
προσαναδέρω
προσαναδέχομαι
προσαναδιδάσκω
προσαναδίδωμι
προσαναζητέω
προσαναζωγραφέω
προσαναιδεύομαι
προσαναιρέω
προσαναισιμόομαι
προσανακαθαίρω
προσανακαθίζω
προσανακαίω
προσανακαλύπτω
προσανακάμπτω
προσανάκειμαι
προσανακεράννυμαι
προσανακεφαλαιόομαι
προσανακλάω
προσανάκλιμα
View word page
προσαναισιμόομαι
προσαν-αισῐμόομαι, Pass.,
A). to be spent besides, Hdt. 5.34 .


ShortDef

to be spent besides

Debugging

Headword:
προσαναισιμόομαι
Headword (normalized):
προσαναισιμόομαι
Headword (normalized/stripped):
προσαναισιμοομαι
IDX:
88535
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88536
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσαν-αισῐμόομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be spent besides</span>, <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0016.tlg001.perseus-grc1:5:34" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0016.tlg001.perseus-grc1:5.34/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hdt.</span> 5.34 </a>.</div> </div><br><br>'}