Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προσαναβαίνω
προσαναβάλλω
προσανάβασις
προσαναβιβρώσκω
προσαναγιγνώσκω
προσαναγκάζω
προσαναγκαστέον
προσαναγορεύω
προσαναγράφω
προσανάγω
προσαναδέρω
προσαναδέχομαι
προσαναδιδάσκω
προσαναδίδωμι
προσαναζητέω
προσαναζωγραφέω
προσαναιδεύομαι
προσαναιρέω
προσαναισιμόομαι
προσανακαθαίρω
προσανακαθίζω
View word page
προσαναδέρω
προσανα-δέρω,
A). strip off further, Gal. 2.719 .


ShortDef

strip off further

Debugging

Headword:
προσαναδέρω
Headword (normalized):
προσαναδέρω
Headword (normalized/stripped):
προσαναδερω
IDX:
88527
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88528
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσανα-δέρω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">strip off further</span>, <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 2.719 </span>.</div> </div><br><br>'}