Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προσάλειψις
προσαλίγκιος
προσαλίζομαι
προσαλίσκομαι
προσάλληλος
προσάλλομαι
προσαλλοτριόομαι
προσαλλοτρίωσις
προσάλπιος
πρόσαλσις
προσαμαρτάνω
προσάμβασις
προσαμείβομαι
προσαμέλγομαι
προσαμιλλάομαι
προσαμπέχω
προσαμύνω
προσαμύσσω
προσαμφιέννυμι
προσαναβαίνω
προσαναβάλλω
View word page
προσαμαρτάνω
προσᾰμαρτάνω
, f.l. in
Plu.
2.834d
.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προσαμαρτάνω
Headword (normalized):
προσαμαρτάνω
Headword (normalized/stripped):
προσαμαρτανω
IDX:
88508
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88509
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσᾰμαρτάνω</span>, f.l. in <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.834d </span>.</div><br><br>'}