Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προσαικάλλω
προσαικίζομαι
προσαιονάω
προσαιονητέον
προσαιρέομαι
προσαίρω
προσαισθάνομαι
προσαΐσσω
προσαιτέω
προσαίτης
προσαίτησις
προσαιτητής
προσαιτητικός
προσαιτιάομαι
προσαιωρέομαι
προσακές
προσακοντίζω
προσακούω
προσακριβόω
προσακροβολίζομαι
προσακτέον
View word page
προσαίτησις
προσαίτ-ησις
,
εως
,
ἡ
,
A).
begging,
ἐφημέρου τροφῆς
Plu.
2.499c
.
ShortDef
begging
Debugging
Headword:
προσαίτησις
Headword (normalized):
προσαίτησις
Headword (normalized/stripped):
προσαιτησις
IDX:
88484
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88485
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προσαίτ-ησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">begging,</span> <span class="quote greek">ἐφημέρου τροφῆς</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.499c </span> .</div> </div><br><br>'}