Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προπωλήτρια
πρόπωνα
πρόπραχος
προρέω
πρόπινον
προροφάνω
προρραίνω
πρόρρευσις
πρόρρηγμα
προρρήγνυμαι
προρρηθῆναι
πρόρρημα
πρόρρησις
προρρητέον
προρρητικός
πρόρρητος
πρόρριζος
προρρίπτω
προρρυθμίζω
πρόρυτος
πρός
View word page
προρρηθῆναι
προρρ-ηθῆναι,
A). v. προερέω.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προρρηθῆναι
Headword (normalized):
προρρηθῆναι
Headword (normalized/stripped):
προρρηθηναι
IDX:
88426
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88427
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προρρ-ηθῆναι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">προερέω.</span> </div> </div><br><br>'}