Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προπολιόομαι
προπόλιος
πρόπολις
προπολιτεύομαι
πρόπολος
πρόπομα
προπομπεία
προπομπεύω
προπομπέω
προπομπή
προπομπία
προπομπός
προπονέω
Προποντίς
προπορεία
προπορευτής
προπορεύω
προπορίζομαι
προπόρφυρος
πρόποσις
προπότης
View word page
προπομπία
προπομπ-ία,
A). v. προπομπεία.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προπομπία
Headword (normalized):
προπομπία
Headword (normalized/stripped):
προπομπια
IDX:
88355
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88356
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προπομπ-ία</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">προπομπεία.</span> </div> </div><br><br>'}