Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προπαρασημαίνομαι
προπαρασκευάζω
προπαρασκευαστέον
προπαρασκευαστικός
προπαρασκευή
προπαρατάσσω
προπαρατέλευτος
προπαρατήρησις
προπαρατίθημι
προπαραχωρέω
προπαρεγγυάω
προπαρέρχομαι
προπαρέχω
προπάροιθε
προπαροξυντέον
προπαροξυντικός
προπαροξύνω
προπαροξυτονέω
προπαροξυτόνησις
προπαροξύτονος
πρόπας
View word page
προπαρεγγυάω
προπαρ-εγγῠάω
,
A).
guarantee in advance,
Anon.
ap.
Suid.
( Pass.).
ShortDef
guarantee in advance
Debugging
Headword:
προπαρεγγυάω
Headword (normalized):
προπαρεγγυάω
Headword (normalized/stripped):
προπαρεγγυαω
IDX:
88242
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88243
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προπαρ-εγγῠάω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">guarantee in advance,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Anon.</span> </span> ap. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Suid.</span> </span> ( Pass.).</div> </div><br><br>'}