Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προπαραδέχομαι
προπαραδίδωμι
προπαραινέω
προπαραιτέομαι
προπαραίτησις
προπαράκειμαι
προπαραλαμβάνω
προπαραλήγω
προπαραλύομαι
προπαραμυθέομαι
προπαρασημαίνομαι
προπαρασκευάζω
προπαρασκευαστέον
προπαρασκευαστικός
προπαρασκευή
προπαρατάσσω
προπαρατέλευτος
προπαρατήρησις
προπαρατίθημι
προπαραχωρέω
προπαρεγγυάω
View word page
προπαρασημαίνομαι
προπαρα-σημαίνομαι, Pass.,
A). to be noted before, Eust. 1133.14 , al.


ShortDef

to be noted before

Debugging

Headword:
προπαρασημαίνομαι
Headword (normalized):
προπαρασημαίνομαι
Headword (normalized/stripped):
προπαρασημαινομαι
IDX:
88232
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88233
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προπαρα-σημαίνομαι</span>, Pass., <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">to be noted before,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1133:14" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4083.tlg001:1133.14/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Eust.</span> 1133.14 </a>, al.</div> </div><br><br>'}