Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προπαραγίγνομαι
προπαραδέχομαι
προπαραδίδωμι
προπαραινέω
προπαραιτέομαι
προπαραίτησις
προπαράκειμαι
προπαραλαμβάνω
προπαραλήγω
προπαραλύομαι
προπαραμυθέομαι
προπαρασημαίνομαι
προπαρασκευάζω
προπαρασκευαστέον
προπαρασκευαστικός
προπαρασκευή
προπαρατάσσω
προπαρατέλευτος
προπαρατήρησις
προπαρατίθημι
προπαραχωρέω
View word page
προπαραμυθέομαι
προπαρα-μῡθέομαι,
A). set forth, expound beforehand, S.E. M. 9.293 .


ShortDef

set forth, expound beforehand

Debugging

Headword:
προπαραμυθέομαι
Headword (normalized):
προπαραμυθέομαι
Headword (normalized/stripped):
προπαραμυθεομαι
IDX:
88231
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88232
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προπαρα-μῡθέομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">set forth, expound beforehand,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0544.tlg002:9:293" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0544.tlg002:9.293/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">S.E.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">M.</span> 9.293 </a>.</div> </div><br><br>'}