Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ἀνθολογέω
ἀνθολογία
ἀνθολογικά
ἀνθολόγιον
ἀνθολόγος
ἀνθομιλέω
ἀνθομοιόω
ἀνθόμοιος
ἀνθομολογέομαι
ἀνθομολόγησις
ἀνθομολογία
ἀνθονομέω
ἀνθονόμος
ἀνθοπλίζω
ἀνθόπλισις
ἀνθοπλίτης
ἀνθοπλοκία
ἀνθοπλόκος
ἀνθοπωλεῖν
ἀνθοπώλης
ἀνθορίζω
View word page
ἀνθομολογία
ἀνθομολογ-ία, , = foreg., Gloss.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ἀνθομολογία
Headword (normalized):
ἀνθομολογία
Headword (normalized/stripped):
ανθομολογια
IDX:
8803
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-8804
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ἀνθομολογ-ία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, = foreg., <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div><br><br>'}