Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προμετωπίς
προμέτωπος
προμήθεια
προμήθειος
προμηθέομαι
προμηθεύομαι
προμηθεύς
προμηθευτικός
προμηθής
προμηθητέον
προμηθία
προμηθικῶς
προμήκης
προμηκικῶς
προμηλόω
προμηνηταιος
προμήνυσις
προμηνυτής
προμηνύτρια
προμηνύω
προμήτωρ
View word page
προμηθία
προμηθ-ία, προμηθ-ίη, v. προμήθεια.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προμηθία
Headword (normalized):
προμηθία
Headword (normalized/stripped):
προμηθια
IDX:
88014
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-88015
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προμηθ-ία</span>, <span class="orth greek">προμηθ-ίη</span>, v. <span class="foreign greek">προμήθεια.</span> </div><br><br>'}