Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προμεθύσκομαι
προμείγνυμι
προμελαίνομαι
προμελετάω
Προμένειος
προμερίζω
προμεριμνάω
προμεσόζευξις
προμεσουράνημα
προμεταβάλλω
προμεταλλαγή
προμετρέω
προμέτρης
προμετρητής
προμετρητός
πρόμετρος
προμετωπίδιος
προμετωπίς
προμέτωπος
προμήθεια
προμήθειος
View word page
προμεταλλαγή
προμεταλλᾰγή, ,
A). earlier death, Vett.Val. 102.12 .


ShortDef

earlier death

Debugging

Headword:
προμεταλλαγή
Headword (normalized):
προμεταλλαγή
Headword (normalized/stripped):
προμεταλλαγη
IDX:
87997
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87998
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προμεταλλᾰγή</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">earlier death,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg1764.tlg001:102:12" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg1764.tlg001:102.12/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Vett.Val.</span> 102.12 </a>.</div> </div><br><br>'}