Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προμάξιμον
προμαραίνω
προμαρτύρομαι
προμασάομαι
προμάσσω
πρόμαστος
προμάτωρ
προμαχεῖα
προμαχέω
προμαχεών
προμαχητικός
προμαχίζω
προμαχιόνιον
προμάχομαι
προμαχόρμα
πρόμαχος
προμεθίημι
προμεθύσκομαι
προμείγνυμι
προμελαίνομαι
προμελετάω
View word page
προμαχητικός
προμᾰχ-ητικός, , όν, Dor. προμᾰχᾱτ-,
A). ready to fight in front, Hippod. ap. Stob. 4.1.94 .


ShortDef

ready to fight in front

Debugging

Headword:
προμαχητικός
Headword (normalized):
προμαχητικός
Headword (normalized/stripped):
προμαχητικος
IDX:
87980
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87981
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προμᾰχ-ητικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, Dor. <span class="orth greek">προμᾰχᾱτ-</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">ready to fight in front,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hippod.</span> </span> ap. <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Stob.</span> 4.1.94 </span>.</div> </div><br><br>'}