Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προλούω
προλοχίζω
προλοχισμός
προλυμαίνομαι
προλυέομαι
προλύησις
προλυσσάω
προλύται
προλύω
προλωβάομαι
προμάδδας
προμάθεια
πρόμακρος
προμάλαγγες
προμαλακτήριον
προμαλακύνω
προμάλαξις
προμαλάσσω
πρόμαλος
προμαλχατεύειν
προμάμμη
View word page
προμάδδας
προμάδδας·
μάζας προμεμαγμένας,
Hsch.
ShortDef
[lexical cite]
Debugging
Headword:
προμάδδας
Headword (normalized):
προμάδδας
Headword (normalized/stripped):
προμαδδας
IDX:
87951
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87952
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προμάδδας·</span> <span class="foreign greek">μάζας προμεμαγμένας,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> </div><br><br>'}