Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προλάζυμαι
προλάκκιον
προλαλέω
προλαλιά
πρόλαλος
προλαμβάνω
προλάμπω
πρόλαχος
προλεαίνω
προλέγω
προλειοτριβέω
προλειόω
προλείπω
πρόλειψις
πρόλεζις
προλεπτύνω
προλεσχηνεύομαι
πρόλεσχος
προλευκαίνω
προλεύσσω
πρόλημμα
View word page
προλειοτριβέω
προλειοτρῐβέω, = sq., Crito ap. Gal. 13.799 , 800 ( Pass.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προλειοτριβέω
Headword (normalized):
προλειοτριβέω
Headword (normalized/stripped):
προλειοτριβεω
IDX:
87909
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87910
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προλειοτρῐβέω</span>, = sq., <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Crito</span> </span> ap.<span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 13.799 </span>, <span class="bibl"> 800 </span> ( Pass.).</div><br><br>'}