Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προκυκλέω
προκύκλιος
προκυκλίς
προκυλινδέομαι
προκυλίνδομαι
προκύλισις
προκυλισμός
προκυμία
προκυνέω
προκυνηγία
προκύνητος
προκύπτω
προκυρόομαι
πρόκυρτος
πρόκυψις
Προκύων
προκωδωνίξω
προκώλυμα
προκώμιον
προκωμογραμματεύς
προκώνια
View word page
προκύνητος
προκύνητος, prob.
A). f.l. for προσκ- , Tab.Defix. in Rev.Phil. 1930.249 (Egypt).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προκύνητος
Headword (normalized):
προκύνητος
Headword (normalized/stripped):
προκυνητος
IDX:
87883
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87884
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προκύνητος</span>, prob. <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> f.l. for <span class="ref greek">προσκ-</span> , <span class="title" style="font-style: italic;">Tab.Defix.</span> in <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">Rev.Phil.</span> 1930.249 </span> (Egypt).</div> </div><br><br>'}