Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προκόττα
πρόκουρος
πρόκοψις
πρόκρανος
προκρατέω
προκρεμαννύω
πρόκρημνος
πρόκριμα
προκριματίζω
προκρίνω
πρόκρις
πρόκρισις
προκριτέος
προκριτής
προκριτικός
πρόκριτος
πρόκροον
πρόκροσσοι
πρόκρουμα
πρόκρουσις
προκρούω
View word page
πρόκρις
πρό-κρις,
A). v. προκνίς.


ShortDef

Procris

Debugging

Headword:
πρόκρις
Headword (normalized):
πρόκρις
Headword (normalized/stripped):
προκρις
IDX:
87853
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87854
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρό-κρις</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">προκνίς.</span> </div> </div><br><br>'}