Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προκλίτης
προκλύζω
πρόκλυτος
προκλύω
προκνήμιον
προκνημίς
προκνίς
προκοθηλυμανής
προκοιλαίνω
προκοίλιος
πρόκοιλος
προκοιμάομαι
προκοιτέω
προκοιτία
πρόκοιτος
προκοιτών
προκολάζω
προκολακεύω
προκόλπιον
πρόκολπος
προκομία
View word page
πρόκοιλος
πρόκοιλος, ον, = foreg., Gloss.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πρόκοιλος
Headword (normalized):
πρόκοιλος
Headword (normalized/stripped):
προκοιλος
IDX:
87814
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87815
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρόκοιλος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg., <span class="title" style="font-style: italic;">Gloss.</span> </div><br><br>'}