Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προκηρυκεύομαι
προκήρυξις
προκηρύσσω
προκιθάρισμα
προκιθώνιον
προκινδυνεύω
προκινέω
προκινησία
προκιόνιον
προκισηρίζω
προκιχράω
προκλαίω
πρόκλαστος
προκλέπτομαι
προκληδί
προκληδονίζομαι
πρόκληροι
προκληρονομέω
προκληρόω
προκλησία
πρόκλησις
View word page
προκιχράω
προκιχράω
, contr.
προκῑν-χρῶ
, =
A).
praecommodo, Gloss.;
cf.
προχράω.
ShortDef
praecommodo
Debugging
Headword:
προκιχράω
Headword (normalized):
προκιχράω
Headword (normalized/stripped):
προκιχραω
IDX:
87788
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87789
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προκιχράω</span>, contr. <span class="orth greek">προκῑν-χρῶ</span>, = <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">praecommodo, Gloss.;</span> cf. <span class="foreign greek">προχράω.</span> </div> </div><br><br>'}