Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προκενωτέον
προκέφαλος
προκηδεύω
προκήδομαι
προκηραίνω
προκήρυγμα
προκηρυκεύομαι
προκήρυξις
προκηρύσσω
προκιθάρισμα
προκιθώνιον
προκινδυνεύω
προκινέω
προκινησία
προκιόνιον
προκισηρίζω
προκιχράω
προκλαίω
πρόκλαστος
προκλέπτομαι
προκληδί
View word page
προκιθώνιον
προκῐθ-ώνιον (προκιόνιον cod.), τό,
A). = πρόρινον , Id.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
προκιθώνιον
Headword (normalized):
προκιθώνιον
Headword (normalized/stripped):
προκιθωνιον
IDX:
87782
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87783
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προκῐθ-ώνιον</span> (<span class="foreign greek">προκιόνιον</span> cod.), <span class="gen greek">τό</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">πρόρινον</span> , Id.</div> </div><br><br>'}