Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προκατεισδύνω
προκατελίσσω
προκατελπίζω
προκατεπείγω
προκατεργάζομαι
προκατέρχομαι
προκατεσθίω
προκατεύχομαι
προκατέχω
προκατηγορέω
προκατηγορία
προκατηχέω
προκατήχησις
προκατισχνόομαι
προκατοδύρομαι
προκατοικέω
προκατονομάξω
προκατοπτάομαι
προκατοπτεύω
προκατορθόω
προκατορρωδέω
View word page
προκατηγορία
προκατ-ηγορία, ,
A). previous accusation, Th. 3.53 .


ShortDef

a previous accusation

Debugging

Headword:
προκατηγορία
Headword (normalized):
προκατηγορία
Headword (normalized/stripped):
προκατηγορια
IDX:
87749
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87750
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προκατ-ηγορία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">previous accusation,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc1:3:53" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc1:3.53/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Th.</span> 3.53 </a>.</div> </div><br><br>'}