Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προκαταβολή
προκαταβρέχω
προκαταγγέλλω
προκατάγγελσις
προκαταγελάω
προκαταγιγνώσκω
προκατάγνυμαι
προκατάγομαι
προκαταγράφω
προκαταγωγή
προκαταγωνίζομαι
προκαταδικάζομαι
προκαταδουλόομαι
προκαταδύνω
προκαταθέω
προκαταθήγω
προκαταιονάω
προκαταίρω
προκατακαίω
προκατάκειμαι
προκατακλάω
View word page
προκαταγωνίζομαι
προκατᾰγωνίζομαι,
A). overcome, defeat first, πᾶν τὸ ψεῦδος Hierocl. in CA 12p.447M.


ShortDef

overcome, defeat first

Debugging

Headword:
προκαταγωνίζομαι
Headword (normalized):
προκαταγωνίζομαι
Headword (normalized/stripped):
προκαταγωνιζομαι
IDX:
87645
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87646
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προκατᾰγωνίζομαι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">overcome, defeat first,</span> <span class="quote greek">πᾶν τὸ ψεῦδος</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2571.tlg001:12p.447M" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2571.tlg001:12p.447M/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hierocl.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">in CA</span> 12p.447M. </a> </div> </div><br><br>'}