Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προεπίζευξις
προεπιθεωρέω
προεπιθυμία
προεπικοινόω
προεπικόπτω
προεπικρίνω
προεπιλογίζομαι
προεπιλύω
προεπιμελέομαι
προεπινοέω
προεπίνοια
προεπιξενόομαι
προεπιπάσσω
προεπιπλήσσω
προεπισημαίνω
προεπισκεπτέον
προεπισκέπτομαι
προεπισκήπτομαι
προεπισκοπέω
προεπίσταμαι
προεπιστέλλω
View word page
προεπίνοια
προεπί-νοια
,
ἡ
,
A).
previous observation,
Stob.
2.7.3f
.
ShortDef
previous observation
Debugging
Headword:
προεπίνοια
Headword (normalized):
προεπίνοια
Headword (normalized/stripped):
προεπινοια
IDX:
87379
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87380
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προεπί-νοια</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">previous observation,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Stob.</span> 2.7.3f </span>.</div> </div><br><br>'}