Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προδιαπλέω
προδιαπονέομαι
προδιαπορέομαι
προδιαρθρόω
προδιάρθρωσις
προδιαριθμέομαι
προδιαρπάζω
προδιασαλεύω
προδιασαφέω
προδιασαφηνίζω
προδιασάφησις
προδιασείω
προδιασήπω
προδιασκέπτομαι
προδιασκευή
προδιασκοπέω
προδιασμήχω
προδιασπείρω
προδιαστέλλω
προδιασυνίστημι
προδιασύρω
View word page
προδιασάφησις
προδια-σάφησις
[σᾰ
],
A).
f.l. for
προς-
,
Zonae.
p.166S.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
προδιασάφησις
Headword (normalized):
προδιασάφησις
Headword (normalized/stripped):
προδιασαφησις
IDX:
87008
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-87009
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προδια-σάφησις</span> <span class="foreign greek">[σᾰ</span>], <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> f.l. for <span class="ref greek">προς-</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Zonae.</span> p.166S. </span> </div> </div><br><br>'}