Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προβασκανία
προβασκάνιον
προβαστάζω
προβατάγριον
προβαταία
προβατεία
προβάτειος
προβάτερον
προβατεύς
προβατεύσιμος
προβατευτής
προβατευτικός
προβατεύω
προβατεών
προβάτημα
προβατικός
προβάτιον
προβατοβοσκός
προβατογνώμων
προβατοδόρας
προβατοθύτης
View word page
προβατευτής
προβᾰτ-ευτής, οῦ, ,
A). grazier, Poll. 7.184 .


ShortDef

grazier

Debugging

Headword:
προβατευτής
Headword (normalized):
προβατευτής
Headword (normalized/stripped):
προβατευτης
IDX:
86777
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86778
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προβᾰτ-ευτής</span>, <span class="itype greek">οῦ</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">grazier,</span> <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg0542.tlg001:7:184" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg0542.tlg001:7.184/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Poll.</span> 7.184 </a>.</div> </div><br><br>'}