Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προαποσταυρόω
προαποστέλλω
προαποστερέω
προαποστρέφομαι
προαποστύφω
προαποσφάζω
προαποσχάζω
προαποτάσσομαι
προαποτέλεσμα
προαποτέμνω
προαποτήκω
προαποτίθημι
προαποτίκτω
προαποτρέπομαι
προαποτυγχάνω
προαποφαίνω
προαποφέρω
προαπόφημι
προαποφθέγγομαι
προαποφοιτάω
προαποχράομαι
View word page
προαποτήκω
προαπο-τήκω
,
A).
melt, dissolve first,
Gal.
14.268
.
ShortDef
melt, dissolve first
Debugging
Headword:
προαποτήκω
Headword (normalized):
προαποτήκω
Headword (normalized/stripped):
προαποτηκω
IDX:
86687
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86688
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προαπο-τήκω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">melt, dissolve first,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 14.268 </span>.</div> </div><br><br>'}