Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
προαναφώνημα
προαναφώνησις
προαναφωνητικός
προαναχαλάω
προαναχωρέω
προαναχώρησις
προαναψηφίζω
προάνγρεσις
προανεγείρω
προανείργω
προανέλκω
προανέρχομαι
προάνεσις
προανευρύνω
προανέχω
προανήλωμα
προανθέω
προάνθησις
προανίημι
προανίστημι
προανίσχω
View word page
προανέλκω
προαν-έλκω
,
A).
draw up before,
Placit.
5.6.1
( Pass.).
ShortDef
draw up before
Debugging
Headword:
προανέλκω
Headword (normalized):
προανέλκω
Headword (normalized/stripped):
προανελκω
IDX:
86578
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86579
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προαν-έλκω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">draw up before,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Placit.</span> 5.6.1 </span> ( Pass.).</div> </div><br><br>'}