Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

μέλπω2
προαναμιμνήσκω
προαναξέω
προαναξηραίνω
προαναπαύω
προαναπειράομαι
προαναπέμπω
προαναπηδάω
προαναπίπτω
προαναπλάσσω
προαναπλέω
προαναπληρόω
προαναπνέω
προαναπνοή
προαναρπάζω
προαναρρήγνυμι
προαναρτάω
προανασείω
σκευάζομαι
προανασκοπέομαι
προαναστέλλω
View word page
προαναπλέω
προανα-πλέω,
A). set sail first, IG 22.1028.27 .


ShortDef

set sail first

Debugging

Headword:
προαναπλέω
Headword (normalized):
προαναπλέω
Headword (normalized/stripped):
προαναπλεω
IDX:
86539
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86540
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προανα-πλέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">set sail first,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">IG</span> 22.1028.27 </span>.</div> </div><br><br>'}