Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

προαναβλέπω
προαναβοάω
προαναβολή
προαναγαργαρίζομαι
προαναγιγνώσκω
προαναγκάζω
προαναγράφω
προαναγυμνάζω
προανάγω
προαναδίδωμι
προαναζέω
προαναζωγραφέω
προαναθερμαίνω
προαναθλίβω
προαναθρέω
προαναθρῴσκω
προαναίρεσις
προαναιρέω
προαναισιμόω
προαναισχυντέω
προανακαθαίρω
View word page
προαναζέω
προανα-ζέω,
A). boil up first, Gal. 12.915 .


ShortDef

boil up first

Debugging

Headword:
προαναζέω
Headword (normalized):
προαναζέω
Headword (normalized/stripped):
προαναζεω
IDX:
86496
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86497
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">προανα-ζέω</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">boil up first,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Gal.</span> 12.915 </span>.</div> </div><br><br>'}