Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πρηθῆναι
πρῆθμα
πρήθω
πρήϊον
πρῆμα2
πρημαδίη
πρημαίνω
πρημνάς
πρημονάω
πρηνής
πρῆξαι
πρηξών
πρηροσία
πρῆσις
πρῆσις
πρῆσμα
πρησμονή
πρήσσω
πρηστήρ
πρηστηριάζω
πρηστηροσόχος
View word page
πρῆξαι
πρῆξαι
,
πρῆξις
, Ion. for
πρᾶξαι, πρᾶξις.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πρῆξαι
Headword (normalized):
πρῆξαι
Headword (normalized/stripped):
πρηξαι
IDX:
86327
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86328
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρῆξαι</span>, <span class="orth greek">πρῆξις</span>, Ion. for <span class="foreign greek">πρᾶξαι, πρᾶξις.</span> </div><br><br>'}