Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πρευμένεια
πρευμενής
πρεών
πρηγιστεύω
πρήγιστος
πρῆγμα
πρῆμά1
πρηγορεύω
πρηγορεών
πρηδών
πρηθῆναι
πρῆθμα
πρήθω
πρήϊον
πρῆμα2
πρημαδίη
πρημαίνω
πρημνάς
πρημονάω
πρηνής
πρῆξαι
View word page
πρηθῆναι
πρηθῆναι,
A). v. πέρνημι.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πρηθῆναι
Headword (normalized):
πρηθῆναι
Headword (normalized/stripped):
πρηθηναι
IDX:
86317
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86318
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρηθῆναι</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">πέρνημι.</span> </div> </div><br><br>'}