Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πρεσβυτέριον
πρεσβύτης
πρεσβύτης
πρεσβϋτικός
πρεσβῦτις
πρεσβυτοδόκος
Πρέσβων
πρεσγέα
πρευμένεια
πρευμενής
πρεών
πρηγιστεύω
πρήγιστος
πρῆγμα
πρῆμά1
πρηγορεύω
πρηγορεών
πρηδών
πρηθῆναι
πρῆθμα
πρήθω
View word page
πρεών
πρεών,
A). v. πρών.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πρεών
Headword (normalized):
πρεών
Headword (normalized/stripped):
πρεων
IDX:
86309
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86310
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρεών</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">πρών.</span> </div> </div><br><br>'}