Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πρέσβη
πρεσβήϊον
πρεσβηΐς
πρέσβις
πρέσβις
πρέσβιστος
πρέσβος
πρεσβυγένεθλος
πρεσβυγένεια
πρεσβυγενής
πρεσβυγονία
πρέσβυς
πρεσβυτέριον
πρεσβύτης
πρεσβύτης
πρεσβϋτικός
πρεσβῦτις
πρεσβυτοδόκος
Πρέσβων
πρεσγέα
πρευμένεια
View word page
πρεσβυγονία
πρεσβῠ-γονία
,
ἡ
,
A).
=
πρεσβυγένεια
,
Hsch.
s.v.
κατὰ προΐθην.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πρεσβυγονία
Headword (normalized):
πρεσβυγονία
Headword (normalized/stripped):
πρεσβυγονια
IDX:
86297
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86298
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πρεσβῠ-γονία</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">πρεσβυγένεια</span> , <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Hsch.</span> </span> s.v. <span class="ref greek">κατὰ προΐθην.</span> </div> </div><br><br>'}