Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
ποῦαν
πουερενπβῆκις
πουκότατος
πουλβῖνον
πούλιμος
πουλυβότειρα
πουλυγόητος
πουλυπόδειος
πουλύπους
πουλύς
πούνιον
ποῦπος
πουράγγιον
πούρδαιν
πουρέακος
πουρεινίς
πούριον
ποῦρος
πουροφόρος
πούς
πούστακος
View word page
πούνιον
πούνιον
γὰρ ὁ δακτύλιος,
Id.
ShortDef
No short def.
Debugging
Headword:
πούνιον
Headword (normalized):
πούνιον
Headword (normalized/stripped):
πουνιον
IDX:
86092
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-86093
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πούνιον</span> <span class="foreign greek">γὰρ ὁ δακτύλιος,</span> Id.</div><br><br>'}