Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ποτέχω
ποτή1
ποτή2
πότημα1
πότημα2
ποτηματοποιός
ποτῆμεν
ποτηνός
ποτήρ
ποτηρίδιον
ποτηριοκλέπτης
ποτήριον
ποτηριοφόρος
ποτηροθήκη
ποτηροπλύτης
ποτής
πότης
ποτητός
ποτητύν
ποτί
ποτιβαίνω
View word page
ποτηριοκλέπτης
ποτηριοκλέπτης, ου, ,
A). cup-stealer, title of poem by Euphorio.


ShortDef

cup-stealer

Debugging

Headword:
ποτηριοκλέπτης
Headword (normalized):
ποτηριοκλέπτης
Headword (normalized/stripped):
ποτηριοκλεπτης
IDX:
85993
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-85994
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ποτηριοκλέπτης</span>, <span class="itype greek">ου</span>, <span class="gen greek">ὁ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">cup-stealer,</span> title of poem by Euphorio.</div> </div><br><br>'}