Scaife ATLAS
Back to dictionaries
LSJ
πολύτλητος
πολύτμητος
πολυτοιοῦτος
πολυτοκέω
πολυτοκία
πολυτόκος
πολύτολμος
πολυτόρος
πολυτραφής
πολυτράχηλος
πολύτρεπτος
πολυτρεφής
πολυτρήρων
πολύτρητος
πολυτρίπους
πολύτριπτος
πολυτρίχιον
πολύτριχος
πολυτροπία
πολύτροπος
πολυτροφία
View word page
πολύτρεπτος
πολύ-τρεπτος
,
ον
,
A).
much-turning, changeable,
Plu.
2.423a
.
ShortDef
much-turning, changeable
Debugging
Headword:
πολύτρεπτος
Headword (normalized):
πολύτρεπτος
Headword (normalized/stripped):
πολυτρεπτος
IDX:
85438
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-85439
Key:
Data
{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πολύ-τρεπτος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">much-turning, changeable,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plu.</span> 2.423a </span>.</div> </div><br><br>'}