Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πολυσπαθής
πολύσπαστος
πολυσπείρητος
πολύσπειρος
πολυσπερής
πολυσπέρματος
πολυσπερμία
πολύσπερμος
πολυσπερχής
πολυσπιλάς
πολύσπλαγχνος
πολύσπορος
πολυσπούδαστος
πολυσταγῶς
πολυστάδιος
πολυστακτί
πολυστασίαστος
πολύστατος
πολυστάφυλος
πολύσταχυς
πολύστεγος
View word page
πολύσπλαγχνος
πολύ-σπλαγχνος, ον,
A). of great mercy, Ep.Jac. 5.11 .


ShortDef

of great mercy

Debugging

Headword:
πολύσπλαγχνος
Headword (normalized):
πολύσπλαγχνος
Headword (normalized/stripped):
πολυσπλαγχνος
IDX:
85338
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-85339
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πολύ-σπλαγχνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">of great mercy,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Ep.Jac.</span> 5.11 </span>.</div> </div><br><br>'}