Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πολυπότης
πολύποτμος
πολυπότνια
πολυποτόμος
πολύποτος
πολύπους
πολύπους
πολυπραγματέω
πολυπράγματος
πολυπραγμονέω
πολυπραγμόνησις
πολυπραγμονητέον
πολυπραγμοσύνη
πολυπράγμων
πολύπρακτος
πολυπράκτωρ
πολύπρεμνος
πολυπρεπής
πολυπρηγμονέω
πολυπρήων
πολυπρόβατος
View word page
πολυπραγμόνησις
πολυπραγμ-όνησις, εως, ,
A). = πολυπραγμοσύνη , dub.l. in Plot. 6.3.23 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολυπραγμόνησις
Headword (normalized):
πολυπραγμόνησις
Headword (normalized/stripped):
πολυπραγμονησις
IDX:
85244
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-85245
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πολυπραγμ-όνησις</span>, <span class="itype greek">εως</span>, <span class="gen greek">ἡ</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> = <span class="ref greek">πολυπραγμοσύνη</span> , dub.l. in <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg2000.tlg001:6:3:23" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg2000.tlg001:6:3:23/canonical-url/"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Plot.</span> 6.3.23 </a>.</div> </div><br><br>'}