Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πολυποδίνη
πολυπόδιον
πολυποδίτης
πολυποδώδης
πολυπόθεινος
πολυπόθητος
πολυποίκιλος
πολυποίκιλτος
πολύποινος
πολύπολις
πολυπόνηρος
πολυπονία
πολύπονος
πολυποξύστης
πολυπόρευτος
πολύπορος
πολυποσία
πολυ<πο>σφάκτης
πολυπόταμος
πολυποτέω
πολυπότης
View word page
πολυπόνηρος
πολῠπόν-ηρος, ον,
A). very bad, Melamp. Naev. p.506F.


ShortDef

very bad

Debugging

Headword:
πολυπόνηρος
Headword (normalized):
πολυπόνηρος
Headword (normalized/stripped):
πολυπονηρος
IDX:
85224
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-85225
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πολῠπόν-ηρος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> <span class="tr" style="font-weight: bold;">very bad,</span> <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Melamp.</span> <span class="title" style="font-style: italic;">Naev.</span> p.506F. </span> </div> </div><br><br>'}