Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πολύκρανος
Πολυκράτειος
πολυκρατέω
πολυκρατής
πολύκρατος
πολύκρεκτος
πολυκρέως
πολύκρημνος
πολυκριθέω
πολύκριθος
πολύκριμνος
πολύκριτος
πολυκρόκαλος
πολύκροσσος
πολυκρόταλος
πολυκρότητος
πολύκροτος
πολύκρουνος
πολύκρωζος
πολυκτέανος
πολυκτήματος
View word page
πολύκριμνος
πολύ-κριμνος, ον, = foreg., EM 681.37 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολύκριμνος
Headword (normalized):
πολύκριμνος
Headword (normalized/stripped):
πολυκριμνος
IDX:
84976
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-84977
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πολύ-κριμνος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = foreg., <a class="bibl" target="_blank" data-urn="urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:681:37" href="https://catalog-api-dev.scaife.eldarion.com/urn:cts:greekLit:tlg4099.tlg001:681.37/canonical-url/"> <span class="title" style="font-style: italic;">EM</span> 681.37 </a>.</div><br><br>'}