Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πολύεργος
πολυερώμενος
πολυέρως
πολύεσθλος
πολυέταιρος
πολυετέω
πολυετής
πολυετία
πολύευκτος
πολυεύχετος
πολύεφθος
πολυέψητος
πολύζηλος
πολυζήλωτος
πολυζήμιος
πολύζυγος
πολυζωέω
πολύζωνος
πολύζωος
πολύζῳος
πολύζωστος
View word page
πολύεφθος
πολύ-εφθος, ον, = sq., interpol. in Dsc. 2.124 .


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πολύεφθος
Headword (normalized):
πολύεφθος
Headword (normalized/stripped):
πολυεφθος
IDX:
84819
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-84820
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πολύ-εφθος</span>, <span class="itype greek">ον</span>, = sq., interpol. in <span class="bibl"> <span class="author" style="font-variant: small-caps;">Dsc.</span> 2.124 </span>.</div><br><br>'}