Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

ποιμασία
ποιμενικός
ποιμένιον
ποιμένιος
ποιμένισσα
ποιμεντάριος
ποιμήν
ποίμνη
ποίμνηθεν
ποιμνήϊος
ποιμνικός
ποίμνιον
ποίμνιος
ποιμνιοτρόφος
ποιμνίτης
ποινά
ποιναῖος
ποινάομαι
ποινάτωρ
ποινή
ποινηλασία
View word page
ποιμνικός
ποιμν-ικός, , όν, = foreg., PRein. 51.16 (iii A.D.).


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
ποιμνικός
Headword (normalized):
ποιμνικός
Headword (normalized/stripped):
ποιμνικος
IDX:
84328
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-84329
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">ποιμν-ικός</span>, <span class="itype greek">ή</span>, <span class="itype greek">όν</span>, = foreg., <span class="bibl"> <span class="title" style="font-style: italic;">PRein.</span> 51.16 </span> (iii A.D.).</div><br><br>'}