Scaife ATLAS

Back to dictionaries

LSJ

πλουσιακός
πλουσιάω
πλουσιόδωρος
πλουσιομαχέω
πλούσιον
πλουσιόρους
πλούσιος
πλουσιοϋφής
πλουσιόχειρ
πλουσιόψυχος
πλουταγαθής
πλούταξ
Πλουτάρχειος
πλούταρχος
Πλουτεύς
πλουτέω
πλουτηρός
πλουτητέον
πλουτίζω
πλουτίνδην
πλουτισμός
View word page
πλουταγαθής
πλουτᾰγᾰθής,
A). v. πλουτογᾱθής.


ShortDef

No short def.

Debugging

Headword:
πλουταγαθής
Headword (normalized):
πλουταγαθής
Headword (normalized/stripped):
πλουταγαθης
IDX:
83960
URN:
urn:cite2:scaife-viewer:dictionary-entries.atlas_v1:lsj-83961
Key:

Data

{'content': '<div class="entry"> <span class="orth greek">πλουτᾰγᾰθής</span>, <div style="margin-top: 1.0em;" class="sense depth-1"> <span><strong>A).</strong></span> v. <span class="ref greek">πλουτογᾱθής.</span> </div> </div><br><br>'}